κόλαση

κόλαση
Θρησκευτικός όρος· σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία, αποτελεί τον τόπο της αιώνιας τιμωρίας των αμαρτωλών ψυχών. Εκεί τιμωρούνται αιώνια οι άγγελοι που στασίασαν κατά του Θεού και όλοι οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Η αντίληψη αυτή είναι ιουδαιοχριστιανικής προέλευσης, όπως και αυτή περί ασβέστου πυρός, η οποία εμφανίζεται στο βιβλίο του Ησαΐα. Η ιδέα ενός τόπου τιμωρίας που προορίζεται για εκείνους που δεν έζησαν δίκαια απαντάται σε όλες τις θρησκείες που έχουν αναπτύξει τη θεωρία της εσχατολογίας, η οποία δέχεται τη μετά θάνατον τιμωρία ή ανταμοιβή του ανθρώπου, ανάλογα με τις πράξεις του. Βλ. λ. εσχατολογία. «Οι αμαρτωλοί στην Κόλαση», τμήμα από την ψηφιδωτή παράσταση της «Δευτέρας Παρουσίας» (12ος αι.) της βασιλικής του Τορτσέλο στην Ιταλία.
* * *
η (AM κόλασις) [κολάζω]
1. η ενέργεια τού κολάζω, ο κολασμός, η επιβολή ποινής για σωφρονισμό, η τιμωρία («ἔκεῑνον παρακαλέσαι τών εἰς αὐτοὺς ἀνομημάτων λαβεῑν κόλασιν», Διόδ.)
2. (κατά τη χριστιανική αντίληψη) η μετά τον θάνατο τιμωρία τών ψυχών τών κακών, τών αμαρτωλών ανθρώπων («καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον», ΚΔ)
3. ο τόπος όπου τιμωρούνται αιωνίως οι ψυχές τών αμαρτωλών μετά θάνατο, η γέεννα τού πυρός («με τις αμαρτίες που έχεις κάνει στη ζωή σου θα πας στην κόλαση»)
νεοελλ.
1. ως κύριο όν. η Κόλαση
τίτλος τού α' μέρους τής «Θείας Κωμωδίας» τού Δάντη
2. φρ. «πέτρα τής κολάσεως» — καυτήριο τού νιτρικού αργύρου
νεοελλ.-μσν.
ο τόπος ή οι περιστάσεις κατά τις οποίες ταλαιπωρείται κάποιος («η ζωή στην Αθήνα έχει καταντήσει κόλαση»)
αρχ.
κολόβωση, αναχαίτιση τής αύξησης τών δένδρων, κλάδεμα («κόλασις τῶν δένδρων», Θεόφρ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • κόλαση — η 1. τιμωρία. 2. η τιμωρία των κακών και αμαρτωλών στον άλλο κόσμο, ο κάτω κόσμος, Άδης: Οι αμαρτωλοί, όταν πεθαίνουν, θα βρίσκονται σε αιώνια κόλαση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κολάσῃ — κολάσηι , κόλασις checking the growth fem dat sg (epic) κολάζω check aor subj mid 2nd sg κολάζω check aor subj act 3rd sg κολάζω check fut ind mid 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εσχατολογία — Το σύνολο των πεποιθήσεων και των δοξασιών για το τέλος του κόσμου και της ανθρωπότητας (ε. = λόγος περί των εσχάτων). Δεν περιέχουν όλες οι θρησκείες εσχατολογικές αντιλήψεις, δηλαδή δεν προσανατολίζονται όλες προς έναν τελικό σκοπό· αντίθετα,… …   Dictionary of Greek

  • Τάρταρος — (πληθυντικός τα Τάρταρα). Μυθικός τόπος στα έγκατα της Γης, που ήταν, όπως αναφέρει ο μύθος, τόσο μακριά από την επιφάνειά της όσο η ίδια από τον ουρανό. Μέσα σε αυτόν τον ανήλιο τόπο υψωνόταν το ανάκτορο της Νύχτας, που το σκέπαζαν πάντοτε… …   Dictionary of Greek

  • δάντειος — ο (και δαντικός, ή, ό) 1. αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στον ποιητή Δάντη 2. όποιος έχει συντεθεί με την τεχνοτροπία τού Δάντη («δάντειος στίχος») 3. φρ. «δαντική κόλαση», «δαντική φρίκη» για σκηνές ή περιστάσεις που θυμίζουν σκηνές από την… …   Dictionary of Greek

  • συνταρταρώ — όω, Α ρίχνω κάποιον στον Άδη μαζί με κάποιον άλλον. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ταρταρῶ «ρίχνω στην κόλαση» (< τάρταρος «άβυσσος, κόλαση»)] …   Dictionary of Greek

  • Απόκρυφα — Θρησκευτικά κείμενα που συνδέονται άμεσα με την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Είναι γραμμένα κατά μίμηση των κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής, δεν θεωρούνται όμως κανονικά. Ο όρος σήμαινε βιβλία μυστικά, κρυμμένα, γιατί θεωρούνταν τα ιερά… …   Dictionary of Greek

  • Δάντης — (Φλωρεντία 1265 – Ραβένα 1321). Εξελληνισμένος τύπος του ονόματος του Ιταλού ποιητή Ντάντε Αλιγκέρι (Dante Alighieri). Ο Δ. υπήρξε από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας και συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνους τους… …   Dictionary of Greek

  • Nikos Nikolaidis — (Greek: Νίκος Νικολαΐδης) (October 25, 1939 – September 5, 2007) was a Greek film director and a writer. Nikolaidis was born in 1939 in Athens, where he lived and worked all his life. He was also script writer and producer of movies which he… …   Wikipedia

  • Giorgos Zampetas — ( el. Γιώργος Ζαμπέτας, sometimes romanized as George Zambetas) was a well known bouzouki musician. He was born in 25 January 1925 in Athens but his origins are from Kifnos. He died in 10 March 1992.Early yearsGiorgos Zampetas, Greek music… …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”